Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ἐνέδραι καὶ κ

См. также в других словарях:

  • Άγδη — (Αgde). Μικρή παραλιακή πόλη (20.300 κάτ. το 2002) της νότιας Γαλλίας, στην εκβολή του ποταμού Ερό. Η Α. ήταν αποικία των Φωκαέων, που έχτισαν προηγουμένως τη σημερινή Μασσαλία. Το όνομα Α. σημαίνει αγαθή τύχη. Η πόλη αναπτύχθηκε με γοργό ρυθμό… …   Dictionary of Greek

  • ενέδρα — η (AM ἐνέδρα) 1. παραφύλαξη, καρτέρι («ἅμα δὲ τοῑς πολεμίοις ἐνέδραι κατασκευάζονται», Ξεν.) 2. απάτη, επιβουλή («δόλου καὶ ἐνέδρας πλήρης», Πλάτ.) αρχ. 1. θέση, τοποθέτηση σ ένα τόπο («τῶν δὲ ναρθήκων τὰς ἐνέδρας φυλάττεσθαι», Ιπποκρ.) 2. τα… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»